Βαρσοβία

Βαρσοβία
(Warszawa). Πόλη (1.618.468 κάτ. το 1999), πρωτεύουσα της Πολωνίας και του βοϊβοδάτου (διοικητικού διαμερίσματος) της Μαζοβίας (35.597 τ. χλμ., 5.069.977 κάτ. το 1999), που εκτείνεται σε μεγάλο μέρος στα δεξιά του μέσου ρου του Βιστούλα, στο κάτω λεκανοπέδιο του Μπουγκ και του Νάρεβ. Είναι χτισμένη και στις δύο όχθες του Βιστούλα, στο σημείο που συγκλίνουν μερικές μεγάλες κυκλοφοριακές γραμμές, όπως εκείνες που ξεκινούν από το Ντάντσιχ, το Στετίνο, το Βερολίνο, το Μπρέσλαου, την Κρακοβία, τη Λεόπολη, το Μινσκ και τη Μόσχα. Ο αρχαιότερος πυρήνας της πόλης βρίσκεται πάνω σ’ ένα ανάχωμα, στην αριστερή όχθη του Βιστούλα, ύψους περίπου 30 μέτρων, και συνδέεται με μερικές γέφυρες με τις συνοικίες που βρίσκονται στην αντίθετη όχθη, σε μια χαμηλή ζώνη. Ολόγυρα έχουν αναπτυχθεί διάφορα προάστια, με πολυάριθμα βιομηχανικά συγκροτήματα. Η Β. είναι η μεγαλύτερη σε πληθυσμό πόλη της Πολωνίας και το μεγαλύτερο πολιτιστικό, πολιτικό, διοικητικό και οικονομικό κέντρο της. Έχει πανεπιστήμια, πολυτεχνείο, ανώτατη εμπορική σχολή, ακαδημία καλών τεχνών, ινστιτούτο πολιτικών επιστημών, ανώτατη σχολή πολέμου, διάφορα μουσεία, βιβλιοθήκες και άλλα εκπαιδευτικά ιδρύματα. Η βιομηχανία της παρουσιάζει μεγάλη ανάπτυξη, κυρίως στους τομείς μηχανολογικού εξοπλισμού, ηλεκτρομηχανικής, χημείας, υφασμάτων, τροφίμων, εκδοτικών και γραφικών τεχνών, ιματισμού και μηχανημάτων ακριβείας. Τον 13ο αι., η Β. δεν ήταν παρά ένα μικρό χωριό ψαράδων και γεωργών, όταν οι δούκες της Μαζοβίας αποφάσισαν να χτίσουν έναν πύργο για την άμυνα του χωριού, το οποίο βρισκόταν σε μια τοποθεσία όπου ο ποταμός ήταν εύκολα διαβατός. Το 1289, η πόλη ήταν ήδη πρωτεύουσα επαρχίας και το 1344 ανακηρύχθηκε πρωτεύουσα του δουκάτου της Μαζοβίας. Η εξέλιξή της ήταν αρκετά γρήγορη και προπάντων μετά την ένωση της Πολωνίας με τη Λιθουανία το 1386. Τον 16o αι. ορίστηκε πρωτεύουσα της Πολωνίας αντί της Κρακοβίας, η οποία ήταν έως τότε η πρωτεύουσα. Άρχισε τότε μια μεγάλη οικοδομική και δημογραφική επέκταση και η πόλη πλουτίστηκε με ανάκτορα, εκκλησίες, μοναστήρια, επαύλεις, πάρκα και κήπους. Το 1656, με την κατάκτησή της από τους Σουηδούς του Καρόλου Ι’, καταστράφηκε μεγάλο τμήμα της. Αφού ανοικοδομήθηκε έπειτα από διάφορες περιπέτειες, ερημώθηκε και πάλι από τους Σουηδούς του Καρόλου ΙΒ’ το 1702. Η Β. συνήλθε για άλλη μία φορά από την καταστροφή και μετά την τρομερή πανώλη του 1709, που αποδεκάτισε τον πληθυσμό της και κατέστρεψε την οικονομία της, ακολούθησε πάντα τις τύχες της Πολωνίας με εναλλασσόμενες φάσεις ευημερίας και πολιτικών και οικονομικών κρίσεων. Αφού έγινε και πάλι πρωτεύουσα της Πολωνίας και ανοικοδομήθηκε στο τέλος του Α’ Παγκοσμίου πολέμου, καταλήφθηκε το 1939 από τους Γερμανούς οι οποίοι κατέστρεψαν ένα μεγάλο τμήμα της, εξοντώνοντας όλους τους Εβραίους που αποτελούσαν μεγάλο μέρος του πληθυσμού της. Από το ένδοξο παρελθόν της, η Β. διατηρεί διάφορα καλλιτεχνικά και ιστορικά μνημεία, παρά τις σοβαρότατες ζημιές που υπέστη στη διάρκεια των πολέμων που την ερήμωσαν. Σύμφωνο της Β. Εικοσαετές σύμφωνο συνεργασίας και αμοιβαίας βοήθειας, με ενοποιημένη στρατιωτική διοίκηση υπό την πρώην σοβιετική ηγεσία, που υπογράφηκε στις 14 Μαΐου 1955 στη διάσκεψη των υπουργών Εξωτερικών και Αμύνης των ευρωπαϊκών κρατών του ανατολικού συνασπισμού (πρώην ΕΣΣΔ, Αλβανία, Βουλγαρία, πρώην Τσεχοσλοβακία, Ουγγαρία, Ρουμανία, Πολωνία και πρώην Λαϊκή Γερμανική Δημοκρατία· η τελευταία αποκλείστηκε από την ενοποιημένη στρατιωτική διοίκηση). Το Σύμφωνο της Β. έγινε κυρίως για να ισοσταθμίσει την Ατλαντική Συμμαχία (ΝΑΤΟ) και την ισχυροποίηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας (ΕΟΚ) που αποφασίστηκε στις διασκέψεις του Λονδίνου και του Παρισιού (Σεπτέμβριος και Οκτώβριος 1954). Μετά τις αλλαγές στην ανατολική Ευρώπη, το Σύμφωνο της Β. αυτοδιαλύθηκε με το πρωτόκολλο διάλυσης που υπογράφηκε στην Πράγα την 1η Ιουλίου 1991 και εγκρίθηκε από τα κοινοβούλια των κρατών-μελών. Μια άποψη της Βαρσοβίας· στο βάθος διακρίνεται ο ποταμός Βιστούλας που τη διασχίζει (φωτ. Igda). Η στήλη του βασιλιά Σιγισμούνδου Γ’ Βάζα στη Βαρσοβία, την πρωτεύουσα της Πολωνίας (φωτ. Igda).

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • Φουνκ, Καζιμίρ — (Βαρσοβία 1884 – Άλμπανι ΗΠΑ 1967). Αμερικανός γιατρός πολωνικής καταγωγής. Η φήμη του συνδέεται με την ανακάλυψη της βιταμίνης Β, που του έδωσε προβολή διεθνώς από το 1912. Αυτός ο ίδιος δημιούργησε τον όρο βιταμίνη (αμίνη της ζωής), με τον… …   Dictionary of Greek

  • Πολωνία — Κράτος της Κεντρικής Ευρώπης. Συνορεύει στα Δ με τη Γερμανία και την Τσεχία, στα ΒΑ με τη Ρωσία και τη Λιθουανία, στα Α με τη Λευκορωσία και την Ουκρανία στα Ν με τη Σλοβακία, ενώ βρέχεται στα Β από τη Βαλτική θάλασσα.H Πολωνία καταλαμβάνει, στη… …   Dictionary of Greek

  • Σολάρι — (Solari). Επώνυμο Ιταλών αρχιτεκτόνων. 1. Πιέτρο Αντόνιο (Μιλάνο β’ μισό 15ου αι. Μόσχα 1493). Μελέτησε τα σχέδια για την ανέγερση του καθεδρικού ναού του Μιλάνου (1476) και αργότερα αντικατάστησε τον πατέρα του Γκουινιφόρτε στις εργασίες του… …   Dictionary of Greek

  • Βιστούλας — (πολων. Wisa, γερμ. Weichsel). Ποταμός (1.387 χλμ.) της Πολωνίας, που εκβάλλει στη Βαλτική θάλασσα (κόλπος του Ντάντσιχ). Είναι ο μεγαλύτερος ποταμός της Πολωνίας και ένας από τους μεγαλύτερους και σημαντικότερους της κεντρικής Ευρώπης. Πηγάζει… …   Dictionary of Greek

  • Ζάμενχοφ, Λούντβικ Λαζάρ — (Ludwik Lejzer Zamenhof, Μπιαλιστόκ 1859 – Βαρσοβία 1917). Πολωνός γιατρός και γλωσσολόγος, εβραϊκής καταγωγής. Σπούδασε στη Βαρσοβία, στη Μόσχα και στη Βιέννη. Το 1887 δημοσίευσε σχέδιο για τη δημιουργία μιας διεθνούς γλώσσας και έγραψε το… …   Dictionary of Greek

  • Λαντόφσκα, Βάντα Λουίζα — (Wanta Louise Landowska, Βαρσοβία 1877 – Λέικβιλ, Κονέκτικατ 1959). Πολωνέζα τσεμπαλίστα και μουσικολόγος. Συνέδεσε τη σταδιοδρομία της με την επανεμφάνιση του τσέμπαλου ή κλαβίχορδου κατά τον 20ό αι. Η λαμπρή διδασκαλία της έφερε κοντά της… …   Dictionary of Greek

  • Μπελότο, Μπερνάρντο — (Bernardo Bellotto, Βενετία 1720 – Βαρσοβία 1780). Ιταλός ζωγράφος. Ανιψιός και μαθητής του περίφημου Τζοβάνι Aντόνιο Κανάλ, ονομάστηκε κι αυτός Καναλέτο. Παρέμεινε για ένα διάστημα στη Ρώμη, όπου δέχτηκε την επίδραση του Πανίνι, και ύστερα… …   Dictionary of Greek

  • Παγκόσμιοι πόλεμοι — Οι δύο πόλεμοι, ο A» Παγκόσμιος πόλεμος (1914 18) και ο B» Παγκόσμιος πόλεμος (1939 45), στους οποίους συμμετείχαν οι κυριότερες δυνάμεις του κόσμου. Α’ Παγκοσμιος πόλεμος. Ποτέ, στην υπερχιλιετή ιστορία της, η Ευρώπη δεν έφτασε σε τόσο υψηλό… …   Dictionary of Greek

  • Πιλσούντσκι, Ιωσήφ — (1867 – 1935). Πολωνός στρατάρχης και πολιτικός. Φοιτητής της Ιατρικής Σχολής του Χάρκοβου, εξορίστηκε για μια πενταετία στη Σιβηρία. Αγωνίστηκε μετά την επιστροφή του (1892) στις τάξεις του Σοσιαλιστικού Κόμματος της Πολωνίας, συνελήφθη όμως στο …   Dictionary of Greek

  • Σιερπίνσκι, Βακλάβ Φραντσίσεκ — (Sierpin ski). Πολωνός μαθηματικός Βαρσοβία 1882 1969). Ιδρυτής της πολωνικής μαθηματικής σχολής, που σήμερα συγκαταλέγεται μεταξύ των σημαντικότερων όλου του κόσμου, υπήρξε, μαζί με τον Καζημίρ Κουρατόφσκι, ένας από τους μεγαλύτερους… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”